Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2013

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ

Ο Σύλλογος Διδασκόντων σε συνεργασία με το Σύλλογο Γονέων & Κηδεμόνων του σχολείου στην προσπάθειά μας να προσφέρουμε στους μαθητές περισσότερες εναλλακτικές προτάσεις παιχνιδιού τις ώρες των διαλειμμάτων και όχι μόνο, προγραμματίσαμε να σχεδιάσουμε στο προαύλιο χώρο επιδαπέδια παιχνίδια (κυρίως παραδοσιακά).
Παράλληλα, εφαρμόζοντας ένα συντονισμένο πρόγραμμα διαχείρισης του αύλειου χώρου και του σχολικού χρόνου, ως εκπαιδευτικοί, προτείνουμε στους μαθητές μας, εκτός από ποδόσφαιρο και μπάσκετ, να απολαύσουν τη χαρά του παιχνιδιού δοκιμάζοντας και κάποια από τα λεγόμενα παραδοσιακά παιχνίδια. Στόχος αυτής της προσπάθειας η αναψυχή των μαθητών με έμφαση στη δημιουργική τους ενασχόληση και στην ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Μερικά από αυτά τα παιχνίδια μπορεί να είναι και τα παρακάτω:
ΚΟΥΤΣΟ
Το κουτσό είναι ένα παιδικό παιχνίδι που μπορεί να παίζεται με αρκετούς παίκτες ή μόνο με ένα. Παίζεται σχεδόν σε όλο τον κόσμο και κάθε χώρα του έχει δώσει τη δική της ονομασία.  Για παράδειγμα: Στην Ινδία λέγεται Stapu, στην Ισπανία Rayuela. Στην Λατινική Αμερρική golοsa, στην Ιταλία Campana ή Mondo, στη Βραζιλία Amarelinha και στην Αλβανία Rrasavi.
Σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού, το παιδί που ξεκινά το παιχνίδι πετάει ένα μικρό αντικείμενο (μικρό κεραμίδι ή  ό,τι άλλο) στο πρώτο (1) από τα αριθμημένα τετράγωνα που είναι ζωγραφισμένα στο έδαφος και στη συνέχεια πηδά με το ένα πόδι μέσα από τα τετράγωνα ως το τελευταίο για να ξαναγυρίσει πηδώντας να ξαναπάρει το αντικείμενο και να επιστρέψει στη βάση του. Στη συνέχεια το ίδιο κάνουν και τα υπόλοιπα παιδιά που συμμετέχουν στο παιχνίδι. Μόλις τελειώσουν όλα το παιδιά ξεκινά ο δεύτερος γύρος. Το παιδί που ξεκινά το 2ο γύρο πρέπει να πετάξει το αντικείμενο στο δεύτερο τετράγωνο (2), επαναλαμβάνοντας την ίδια διαδικασία. Το ίδιο γίνεται και για όλα τα τετράγωνα. Προσοχή! Το αντικείμενο που πετούν τα παιδιά δεν πρέπει να βγει έξω από τα τετράγωνα ή να ακουμπήσει κάποια από τις γραμμές του τετραγώνου. Όταν συμβεί αυτό το παιδί χάνει τη σειρά του και παίζει ο επόμενος. Νικητής είναι όποιος τελειώσει πρώτος όλα τα τετράγωνα.

ΕΝΝΙΑΡΑ ΜΕ ΕΝΝΕΑ ΠΟΥΛΙΑ
Η σημερινή εννιάρα ή εννιάδα ή εννιάπετρο ήταν σύμφωνα με κάποιους ερευνητές γνωστή στην αρχαιότητα ως παιχνίδι διαγραμμισμού, αλλά δε διασώθηκε η ονομασία του (Χ. Λάζος, 2002). Παιζόταν από δύο παίκτες, που ο καθένας χρησιμοποιούσε εννιά πεσσούς (κουκιά, ρεβίθια, καρύδια κ.τ.λ.), πιόνια δηλαδή διαφορετικού χρώματος ή είδους. Γινόταν κλήρωση για το ποιος θα ξεκινούσε πρώτος το παιχνίδι. Ο πρώτος παίκτης είχε δικαίωμα να επιλέξει κάποιο ζωτικό σημείο για το αρχικό πιόνι του. Όποιος κατόρθωνε να τοποθετήσει τρία από τα πιόνια του σε ευθεία γραμμή, αφαιρούσε ένα πιόνι από τον συμπαίκτη του. Έχανε αυτός που έμενε μόνο με δύο πιόνια.
Οι κανόνες του παιχνιδιού σήμερα είναι: Χαράζουμε τρία ομόκεντρα τετράγωνα, πενήντα εκατοστά περίπου το ένα μεγαλύτερο από το άλλο και ο κάθε παίκτης έχει αντί για τρία πιόνια εννέα διαφορετικού χρώματος από το συμπαίκτη του. Μπορεί να είναι πούλια από τάβλι ή από άλλο υλικό. Στόχος είναι να κινήσουν έτσι τα πούλια, ώστε να φέρουν τρία από αυτά σε οποιαδήποτε οριζόντια, κάθετη ή διαγώνια γραμμή. Κάθε φορά κινούν ένα πούλι. Όταν κάποιος πετυχαί-νει τριώτα ή τριάρα έχει το δικαίωμα να αφαιρέσει από το συμπαίκτη του ένα πούλι από όποιο σημείο κρίνει ότι τον βολεύει καλύτερα, εκτός από αυτά της τριάρας του συμπαίκτη. Η παραπάνω προσπάθεια με μετακινήσεις συνεχίζεται μέχρι κάποιος να μείνει στο παιχνίδι με δύο πούλια. Τότε το παιχνίδι τελειώνει.

ΤΡΙΑΡΑ ΜΕ ΤΡΙΑ ΠΟΥΛΙΑ
Ονομάζεται και τρίλιζα, τριάδα, τρίλια ή τρίτσα. Παίζεται με δύο παίκτες. Χαράζουμε ή σχεδιάζουμε σε επίπεδη επιφάνεια όπως πεζούλι ή δάπεδο ένα τετράγωνο με πλευρές 70 έως 100 εκατοστά. Σχηματίζουμε τις δύο διαγώνιες γραμμές και τα ευθύγραμμα τμήματα που ενώνουν τα μέσα των απέναντι παράλληλων πλευρών.

Ο κάθε παίκτης παίρνει τρία πούλια, (στο επιτραπέζιο συνήθως χαλίκια διαφορετικού χρώματος ή κουμπιά ή διαφορετικά όσπρια) εδώ πούλια μεγαλύτερου μεγέθους. Το παιχνίδι αρχίζει με τον ένα παίκτη να τοποθετεί ένα του πούλι σε οποιοδήποτε κόμβο γραμμών. Συνήθως η πρώτη τοποθέτηση γίνεται για λόγους τακτικής στον κεντρικό κόμβο. Αν και ο πρώτος παίκτης διαθέτει πλεονέκτημα δεν ρίχνει λαχνό για το ποιος θα ξεκινήσει το παιχνίδι, γιατί ο νικητής αναδεικνύεται πάντα μετά από άρτιο αριθμό παιχνιδιών και οι παίκτες τοποθετούν τα πούλια τους εναλλάξ ο καθένας προσπαθώντας να φέρουν και τα τρία πούλια τους σε οποιαδήποτε οριζόντια, κάθετη ή διαγώνια γραμμή, να κάνουν δηλαδή τριάρα ή τρίλιζα. Αν κατά την τοποθέτηση δεν πετύχει κανείς τριάρα, το παιχνίδι συνεχίζεται με την ίδια σειρά και οι παίκτες μετακινούν κατά μια θέση κάθε φορά κάποιο από τα πούλια τους. Οι μετακινήσεις συνεχίζονται μέχρι κάποιος να πετύχει το στόχο του, δηλαδή τριάρα.

ΤΕΤΡΑΣΦΑΙΡΙΣΗ
Η τετρασφαίριση είναι άθλημα που παίζεται με αερόμπαλα σε 4 τετράγωνα ίσα μεταξύ τους. (Α,Β,Γ,Δ - κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού). Σε κάθε τετράγωνο αντιστοιχεί ένας παίκτης.
Το παιχνίδι παίζεται με τα δύο χέρια και σκοπός του είναι ο κάθε παίκτης να χτυπήσει την μπάλα και να την μεταφέρει σε κάποιο από τα τετράγωνα των αντιπάλων. Το παιχνίδι ξεκινά με σερβίς πάντα από τη θέση Α (πάνω τετράγωνο αριστερά). Ο παίκτης που θα υποδεχτεί την μπάλα από το σερβίς πρέπει να την αφήσει να αναπηδήσει στο δικό του τετράγωνο και κατόπιν να την μεταφέρει (χωρίς να την πιάσει) σε κάποιο άλλο τετράγωνο. Αν η μπάλα ακουμπήσει σε κάποια από τις εξωτερικές γραμμές το παιχνίδι συνεχίζεται κανονικά. Αν όμως ακουμπήσει σε κάποια από τις εσωτερικές γραμμές τότε ο παίκτης που την έστειλε πάνω στη γραμμή βγαίνει από το παιχνίδι. Όταν ένας παίκτης βγει από το παιχνίδι τη θέση του παίρνει ο πρώτος που περιμένει στη σειρά. Ο παίκτης που μπαίνει, καταλαμβάνει πάντα το τετράγωνο Δ (κάτω τετράγωνο αριστερά). Αν χάσει και βγει ο Α τότε ο Β παίρνει τη θέση του Α, ο Γ παίρνει τη θέση του Β, ο Δ παίρνει τη θέση του Γ και στη θέση του Δ μπαίνει ο καινούριος παίκτης. Μετά από απόφαση του διαιτητή και εφ’ όσον το επιθυμούν και οι 4 παίκτες το παιχνίδι μπορεί να διεξαχθεί χρησιμοποιώντας και το ένα χέρι ή το πόδι ή το κεφάλι.
 



ΠΕΝΤΟΒΟΛΑ
Μαζεύουμε πέντε πέτρες (κατά προτίμηση στρογγυλές λείες και άσπρες ) και ξεκινάμε το παιχνίδι. Στο πρώτο στάδιο παίρνουμε μία από τις πέντε και την πετάμε στον αέρα προσπαθώντας με γρήγορη κίνηση να πιάσουμε άλλη μία από κάτω (όσο η πρώτη είναι στον αέρα ) και να μείνουμε  στο ένα χέρι με δύο πέτρες. Αν το καταφέρουμε, συνεχίζουμε πετώντας ξανά την πέτρα στον αέρα προσπαθώντας να πάρουμε δύο πέτρες από κάτω να πιάσουμε κι αυτή που πετάξαμε στον αέρα, ώστε να έχουμε τρεις στο χέρι. Εάν το καταφέρουμε και αυτό τότε επαναλαμβάνουμε την ίδια κίνηση προσπαθώντας να πάρουμε τρεις πέτρες από κάτω και στη συνέχεια και τις τέσσερις και αυτή που πετάξαμε στον αέρα. Στην περίπτωση που δεν καταφέρουμε να κάνουμε ένα από τα παραπάνω, συνεχίζει ο επόμενος παίχτης.
Στο δεύτερο στάδιο του παιχνιδιού εργαζόμαστε ως εξής. Σχηματίζουμε μία γέφυρα με το αριστερό ή το δεξί μας χέρι ανάλογα ώστε ο αντίχειρας να βρίσκεται απέναντι των άλλων δακτύλων και συνεχίζουμε να πετάμε μία πέτρα στον αέρα προσπαθώντας (με το δεξί πάντα) να περάσουμε κάτω από τη γέφυρα μία πέτρα από τις υπόλοιπες. Αυτό συνεχίζεται μέχρι να περάσουμε και τις τέσσερις πέτρες κάτω από τη γέφυρα και να μείνουμε με τη μια{αυτή που πετάμε στον αέρα}στο χέρι. Νικητής είναι αυτός που θα τελειώσει τα παραπάνω πρώτος!
ΚΛΕΦΤΕΣ ΚΑΙ ΑΣΤΥΝΟΜΟΙ
Είναι ένα πολύ συναρπαστικό παραδοσιακό παιχνίδι. Παίζεται με πολλούς παίχτες σε ένα πλάτωμα. Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες. Η μία, η μικρότερη, είναι οι αστυνόμοι. Τα υπόλοιπα παιδιά αποτελούν τους κλέφτες. Το παιχνίδι εξελίσσεται σαν ένα κοινό κυνηγητό ανάμεσα στις δύο ομάδες. Οι κλέφτες, όταν θέλουν να ξεκουραστούν, πάνε σ' ένα συγκεκριμένο σημείο, το οποίο ονομάζεται σπίτι ή λημέρι. Εκεί οι αστυνόμοι δεν μπορούν να τους πιάσουν. Όταν όμως ο αστυνόμος πιάσει τον κλέφτη τον οδηγεί στη φυλακή, η οποία βρίσκεται συνήθως όσο πιο μακριά γίνεται από το σπίτι. Ένας φυλακισμένος παίχτης ελευθερώνεται όταν ένας σύντροφός του του ακουμπήσει το χέρι και φωνάξει "ξελέ". Σε περίπτωση που οι φυλακισμένοι κλέφτες είναι πολλοί, κάνουν το εξής κόλπο: πιάνουν τα χέρια τους στη σειρά και απλώνονται όσο πιο έξω μπορούν (ένας βρίσκεται "μέσα" στη φυλακή και οι άλλοι, κρατώντας χέρι χέρι, προχωρούν προς το σπίτι). Ο ελεύθερος παίχτης, αγγίζοντας το χέρι ενός φυλακισμένου, ελευθερώνει όλους όσους συμμετέχουν στην αλυσίδα. Φυσικά, απαγορεύεται αυστηρά στους αστυνομικούς να φρουρούν τους φυλακισμένους παίχτες και όποιος παραβεί αυτόν τον κανόνα αποβάλλεται αυτομάτως από το παιχνίδι. Το παιχνίδι τελειώνει όταν όλοι οι κλέφτες φυλακιστούν, αλλά πολλές φορές αυτό δε συμβαίνει ποτέ.

ΑΜΠΑΡΙΖΑABARIZA
Σ' αυτό το παιχνίδι, τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες. Κάθε ομάδα έχει ένα σημείο εκκίνησης, συνήθως κολόνα ή δέντρο. Στην αρχή ένα παιδί από τη μια ομάδα (δεν έχει σημασία ποια), "παίρνει αμπάριζα και βγαίνει" για να προκαλέσει τους παίχτες της άλλης ομάδας να τον κυνηγήσουν. Τότε κάποιος απ' την αντίπαλη ομάδα "παίρνει αμπάριζα και βγαίνει" και τον κυνηγάει. 'Ετσι βγαίνουν τα παιδιά της μιας και τα παιδιά της άλλης κυνηγούν. Κάθε παιδί έχει το δικαίωμα να κυνηγήσει τα παιδιά που έχουν βγει πριν απ' αυτόν, αλλά όχι τα παιδιά που έχουν βγει μετά. Επίσης κάθε παίχτης μπορεί να γυρίσει στην κολόνα του και να βγει όσες φορές θέλει. 'Οταν κάποιο παιδί πιάσει ένα παίχτη της αντίπαλης ομάδας, τον πάει στη φυλακή, που είναι συνήθως κοντά στην κολόνα του. Για να ελευθερωθεί κάθε παιδί που είναι φυλακισμένο πρέπει κάποιος συμπαίχτης του να το ακουμπήσει. Σκοπός του παιχνιδιού είναι ν' ακουμπήσει ένας παίχτης την κολόνα της αντίπαλης ομάδας, στην περίπτωση αυτή το παιχνίδι τελειώνει. Τελειώνει επίσης και όταν φυλακιστούν όλοι οι παίχτες της αντίπαλης ομάδας.




ΤΟ ΜΑΝΤΙΛΑΚΙ
Το μαντιλάκι είναι ένα παιχνίδι που παίζεται με πάνω από έξι παίχτες-παιδιά. Για το παιχνίδι αυτό χρειάζεται ένα μαντίλι και μπορεί να παιχτεί στο γήπεδο μπάσκετ της αυλής του σχολείου ή σε άλλο σημείο (πλάτωμα) αρκεί να σχεδιαστεί με κιμωλία ένας κύκλος στη μέση και δύο γραμμές, στη δεξιά και στην αριστερή μεριά. Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ομάδες και κάθε παιδί από την κάθε ομάδα έχει έναν αριθμό: 1, 2, 3, κλπ. Ένα άλλο παιδί κάνει τη μάνα, κρατάει το μαντήλι και καλεί τους παίχτες φωνάζοντας ένα ή περισσότερα νούμερα να έρθουν στο κέντρο. Για παράδειγμα λέει: «να έρθει, να έρθει ο αριθμός, π.χ. 7». Τότε οι παίχτες που έχουν τον αριθμό "7" τρέχουν προς το μαντήλι και προσπαθούν να το πάρουν. Ο παίχτης που θα πάρει το μαντίλι από το κέντρο (μάνα) πρέπει δίχως να βγει από τις πλαϊνές γραμμές να περάσει την γραμμή ασφάλειας της ομάδας του χωρίς να τον ακουμπήσει ο αντίπαλος.  Αν τα καταφέρει ο πόντος μετράει για την ομάδα του. Αν όμως δεν τα καταφέρει και ο αντίπαλός του τον πιάσει, τότε ο πόντος μετράει για την ομάδα του αντιπάλου. Νικήτρια ομάδα είναι αυτή που στο τέλος του παιχνιδιού συγκεντρώνει τους περισσότερους πόντους. Συνήθως μπαίνει ένα ανώτατο όριο επιτυχιών, το οποίο συμφωνούν από πριν οι δύο ομάδες.
ΣΧΟΙΝΑΚΙ
Παίζουν όσα παιδιά θέλουν, αλλά όχι πάρα πολλά. Δύο παιδιά βγαίνουν έξω και γυρνάν το σχοινάκι. Τα υπόλοιπα παιδιά πηδούν. Όποιο μπερδευτεί στο σχοινάκι, χάνει, βγαίνει έξω και γυρνάει το σχοινί. Ο άλλος που γυρνούσε, μπαίνει μαζί με τα άλλα παιδιά και έτσι το παιχνίδι συνεχίζεται.

ΤΟ ΛΑΣΤΙΧΑΚΙ
Πρόκειται για ένα παιχνίδι που παίζεται κυρίως από τα κορίτσια και χρειάζεται ένα λαστιχάκι (μήκους περίπου 4 μέτρων). Μπορούν να παίξουν περισσότερα από τρία κορίτσια.

Δύο κορίτσια στέκονται το ένα απέναντι από το άλλο και βάζουν το λαστιχάκι που οι άκρες του είναι δεμένες μεταξύ τους πρώτα στους αστράγαλους τους, μετά στις γάμπες, στα γόνατα, ύστερα στη λεκάνη, ψηλά στη μέση, ως και στο λαιμό. Το κορίτσι που «μπαίνει μέσα» πρέπει να κάνει άλματα, να πατήσει το λαστιχάκι, να κάνει σταυρώματα με το ένα ή με τα δύο πόδια κλπ. Κάθε φορά το λαστιχάκι ανεβαίνει και πιο ψηλά και τα βήματα γίνονται ακόμα πιο δύσκολα. Φυσικά όταν κάποιο κορίτσι δεν καταφέρει να κάνει κάποιο από τα βήματα χάνει τη σειρά του και τη θέση του παίρνει το επόμενο. Κερδίζει αυτή που τα κάνει όλα σωστά.

ΑΓΑΛΜΑΤΑΚΙΑ
Τα «αγαλματάκια» παίζονται ως εξής:
Ένα απ’ όλα τα παιδιά γυρνάει την πλάτη του στον τοίχο και «φυλάει» φωνάζοντας δυνατά «ένα-δύο-τρία κόκκινο φως!». Μέχρι το παιδί πει τη φράση «…κόκκινο φως», τα υπόλοιπα πρέπει να το πλησιάσουν όσο μπορούν πιο κοντά, με σκοπό να το ακουμπήσει ένα από αυτά. Αν αυτός που «φυλάει» πει «κόκκινο φως», γυρίσει και δει ένα ή περισσότερα παιδιά να κινούνται ακόμα, τα βάζει στην «φυλακή» του. Όταν τον ακουμπούν (το παιδί που φυλάει), πρέπει να τρέξουν όλα τα παιδιά και αυτά που είναι στην «φυλακή» και να περάσουν τη γραμμή αφετηρία τους. Αυτός που «φυλάει» πρέπει να πιάσει κάποιον πριν περάσει τη γραμμή της αφετηρίας για να μην χρειαστεί να «ξαναφυλάξει» και να «φυλάξει» αυτός που έπιασε.

ΚΟΤΣΙΑ
Οι «αστράγαλοι» ή «κότσια» είναι παιχνίδι που παίζεται μέχρι και σήμερα, ανά περιοχή έχει και άλλη ονομασία, γνωστή είναι η ονομασία «Βασιλίκι» ή «Βασιλιάς και Βεζύρης». Παίζεται από τέσσερα και πλέον άτομα-παιδιά.

Τα κότσια είναι οι αστράγαλοι των ποδιών ζώου π.χ. γίδας ή προβάτου ή γουρουνιού. Κάθε κότσι έχει σχήμα κύβου με 6 πλευρές, από τις οποίες οι 4 είναι σχεδόν επίπεδες, ενώ οι 2 είναι κυρτές. Έτσι, όταν το κότσι ρίχνεται στο έδαφος, μπορεί να σταθεί μόνο στις 4 πλευρές. Οι πλευρές αυτές έχουν τις εξής ονομασίες: Η στενή και επίπεδη λέγεται «βασιλιάς», η στενή και κυρτή λέγεται «βεζύρης», η πλατιά και βαθουλωτή λέγεται «ψυχάρι» και η πλατιά και φουσκωτή προς τα πάνω σαν καμπούρα λέγεται «γάιδαρος».
Το παιχνίδι αρχίζει και τα παιδιά που κάθονται σε κύκλο ρίχνουν το κότσι με τη σειρά το ένα μετά το άλλο. Όποιος τύχει τη θέση «βασιλιάς» αυτός δίνει και τις προσταγές και ορίζει τις ποινές για τον τιμωρημένο «γάιδαρο». Όποιος τύχει τη θέση «βεζύρης» γίνεται ο εκτελεστής των εντολών του «βασιλιά», όποιος τύχει τη θέση «ψυχάρι» απαλλάσσεται και δεν τιμωρείται. Όποιος όμως τύχει τη θέση «γάιδαρος» είναι ο άτυχος του παιχνιδιού και αναγκάζεται είτε να εκτελέσει ότι του προστάξει ο «βασιλιάς», είτε να τιμωρηθεί από τον «βεζύρη» με την τιμωρία που θα ορίσει ο «βασιλιάς», είτε να γκαρίξει σαν γάιδαρος για να γλιτώσει την τιμωρία.
Η τιμωρίες μπορεί να είναι είτε χτυπήματα στην παλάμη ή την πλάτη με κάποια πετσέτα είτε κάποιος μορφασμός ή ακροβατικό. Όποιος έπαιρνε αυστηρή τιμωρία, περίμενε να γίνει «βασιλιάς» ή «βεζύρης» για να εκδικηθεί τους εχθρούς και να ανταμείψει τους φίλους. Αν κάποιος άλλος παίχτης γίνει «βασιλιάς» ή «βεζύρης» τότε ο προηγούμενος «βασιλιάς» ή «βεζύρης» χάνει τη θέση του και πρέπει να κριθεί και αυτός σαν όλους τους άλλους, σύμφωνα με την τύχη του. Αν φέρεις «γάιδαρο» πρέπει οπωσδήποτε να τιμωρηθείς και μονάχα ένας τρόπος υπάρχει για να γλυτώσεις. Να "αγκαριστείς", δηλαδή να γκαρίσεις σαν γάιδαρος.

ΤΟ ΤΖΑΜΙ
Το τζαμί παίζεται από πολλά παιδιά, τα οποία χωρίζονται σε 2 ομάδες. Τα υλικά που χρειάζονται είναι μια μπάλα μεσαίου μεγέθους και 7 με 10 κομμάτια κεραμίδια ή επίπεδες πέτρες για την κατασκευή της πυραμίδας.

Οι δυο ομάδες τα βάζουν και αυτή που κερδίζει ξεκινά το παιχνίδι. Με τη μπάλα στα χέρια οι παίχτες της πρώτης ομάδας στήνονται σε μια γραμμή και ο ένας μετά τον άλλο ρίχνουν την μπάλα προς την πυραμίδα για να τη γκρεμίσουν. Οι παίχτες της αντίπαλης ομάδας είναι διασκορπισμένοι στο χώρο πίσω από την πυραμίδα, ενώ ένας βρίσκεται κοντά στην πυραμίδα ώστε να πιάσει την μπάλα μετά την πτώση της πυραμίδας και να κυνηγήσει κάποιον από τους αντιπάλους για να τον «κάψει». Ένας συμπαίκτης του διασκορπίζει τις πέτρες στην περίμετρο του μικρού κύκλου.
Οι παίχτες της ομάδας που έριξαν την πυραμίδα προσπαθούν να ξαναχτίσουν την πυραμίδα χωρίς οι αντίπαλοι να τους χτυπήσουν-«κάψουν» με την μπάλα. Αν οι αντίπαλοι «κάψουν» κάποιον συμπαίχτη τους, ο παίχτης βγαίνει από το παιχνίδι και συνεχίζουν οι υπόλοιποι μέχρι να χτίσουν την πυραμίδα, αν τους «κάψουν» όλους τότε κερδίζουν και το παιχνίδι τελειώνει. Αν όμως η πρώτη ομάδα καταφέρει να ξαναχτίσει την πυραμίδα τότε φωνάζει «Τζαμί!» και κερδίζει εκείνη.